Scan barcode
A review by tsenteme
Confiteor by Jaume Cabré
4.0
Αναμφισβήτητα ένα ενδιαφέρον βιβλίο, με ελαττώματα και προτερήματα. Η γενική αποτίμηση είναι ότι μου άρεσε, για διαφορετικούς λόγους όμως από την πλειοψηφία των αναγνωστών.
Ξεκινώντας από τα αρνητικά, οι δευτερεύουσες ιστορίες που αποτελούν ένα δυσανάλογα μικρό μέρος χάνουν εξ ορισμού από το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ένα παράδειγμα πετυχημένο σε αντίθεση που μου έρχεται στο μυαλό είναι το «Η έξωση από την κόλαση» του Robert Menasse, του ίδιου εκδοτικού οίκου. Συνεπώς θεωρώ ότι όλες αυτές οι προσπάθειες συσχετισμού με την κεντρική ιστορία είναι εντελώς περιττές. Είναι κουραστικές, πρώτον, γιατί δίνουν μεγάλο όγκο που δεν χρειαζόταν για να σταθεί παραπάνω από αξιοπρεπώς, και δεύτερον διαφέρουν πολύ θεματικά.
Στα θετικά έχω να πω ότι πρόκειται για συγκλονιστικό βιβλίο, γεγονός που τελικά θα επηρεάσει ανισοβαρώς την συνολική μου άποψη. Διαχωρίζω σε δύο κομμάτια την ιστορία. Το πρώτο είναι ένα επίκαιρο κοινωνικό θέμα, το οποίο ταιριάζει πολύ και με την ελληνική πραγματικότητα: η καταπίεση των γονιών απέναντι στα παιδιά και η άνευ όρων επιβολή των «θέλω» τους στον χαρακτήρα τους, καθώς και η δαιμονοποίηση της αριστείας εις βάρος της αγάπης και της φυσιολογικής ανάπτυξης του ψυχισμού των παιδιών.
Το δεύτερο σκέλος είναι ένα ευαίσθητο θέμα, το οποίο ως σύγχρονες κοινωνίες αποφεύγουμε να συζητούμε και αποτελεί έναν φοβερό δαίμονα, τον θάνατο. Η ιστορία του βιβλίου αποτελείται από πολλούς θανάτους. Όλη του η πλοκή διακατέχεται από την φιλοσοφία του Επίκουρου. Άλλωστε περιλαμβάνεται αυτούσια η ρήση του, χωρίς να αναφέρεται ο ίδιος, αν και γενικά επικαλείται συνεχώς πολλές αυθεντίες των γραμμάτων, «Όσο ζούμε ο θάνατος είναι απών, ενώ όταν έρχεται ο θάνατος δεν υπάρχουμε εμείς». Δε θα το αναλύσω παραπάνω, τα έχει πει ο Επίκουρος καθώς και ο Κωστής Παπαγιώργης στο βιβλίο του «Ζώντες και τεθνεώτες». Τέλος, παραθέτει μια φράση της Yourcenar: «Ας προσπαθήσουμε να μπούμε στον θάνατο με ανοιχτά μάτια».
Ξεκινώντας από τα αρνητικά, οι δευτερεύουσες ιστορίες που αποτελούν ένα δυσανάλογα μικρό μέρος χάνουν εξ ορισμού από το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ένα παράδειγμα πετυχημένο σε αντίθεση που μου έρχεται στο μυαλό είναι το «Η έξωση από την κόλαση» του Robert Menasse, του ίδιου εκδοτικού οίκου. Συνεπώς θεωρώ ότι όλες αυτές οι προσπάθειες συσχετισμού με την κεντρική ιστορία είναι εντελώς περιττές. Είναι κουραστικές, πρώτον, γιατί δίνουν μεγάλο όγκο που δεν χρειαζόταν για να σταθεί παραπάνω από αξιοπρεπώς, και δεύτερον διαφέρουν πολύ θεματικά.
Στα θετικά έχω να πω ότι πρόκειται για συγκλονιστικό βιβλίο, γεγονός που τελικά θα επηρεάσει ανισοβαρώς την συνολική μου άποψη. Διαχωρίζω σε δύο κομμάτια την ιστορία. Το πρώτο είναι ένα επίκαιρο κοινωνικό θέμα, το οποίο ταιριάζει πολύ και με την ελληνική πραγματικότητα: η καταπίεση των γονιών απέναντι στα παιδιά και η άνευ όρων επιβολή των «θέλω» τους στον χαρακτήρα τους, καθώς και η δαιμονοποίηση της αριστείας εις βάρος της αγάπης και της φυσιολογικής ανάπτυξης του ψυχισμού των παιδιών.
Το δεύτερο σκέλος είναι ένα ευαίσθητο θέμα, το οποίο ως σύγχρονες κοινωνίες αποφεύγουμε να συζητούμε και αποτελεί έναν φοβερό δαίμονα, τον θάνατο. Η ιστορία του βιβλίου αποτελείται από πολλούς θανάτους. Όλη του η πλοκή διακατέχεται από την φιλοσοφία του Επίκουρου. Άλλωστε περιλαμβάνεται αυτούσια η ρήση του, χωρίς να αναφέρεται ο ίδιος, αν και γενικά επικαλείται συνεχώς πολλές αυθεντίες των γραμμάτων, «Όσο ζούμε ο θάνατος είναι απών, ενώ όταν έρχεται ο θάνατος δεν υπάρχουμε εμείς». Δε θα το αναλύσω παραπάνω, τα έχει πει ο Επίκουρος καθώς και ο Κωστής Παπαγιώργης στο βιβλίο του «Ζώντες και τεθνεώτες». Τέλος, παραθέτει μια φράση της Yourcenar: «Ας προσπαθήσουμε να μπούμε στον θάνατο με ανοιχτά μάτια».